Αρχείο | βιβλία RSS feed for this section

Κράτος κι Επανάσταση, κεφ. IV, τμήμα 6: Σύντομο κριτικό σημείωμα

2 Ιαν.

Η μεγάλη πλειοψηφία των αναγνωστών του Κράτος κι Επανάσταση είναι πιθανό να έχει συγκρατήσει πως το έργο, όπως και μια σειρά άλλων έργων του Λένιν, αποτελεί –μεταξύ άλλων– μια κριτική της εμπειρικής δημοκρατίας, της δημοκρατίας των αστικών κοινοβουλευτικών καθεστώτων όπως αυτά παρουσιάζονται ιστορικά. Με άλλα λόγια, το Κράτος κι Επανάσταση διαβάζεται ωσάν να ασκούσε κριτική απλώς στην πρακτική μετάφραση της δημοκρατικής αρχής σε κοινωνίες που διέπονται από συντριπτικές κοινωνικές ανισότητες και αποκλεισμούς, διεκδικώντας, για λογαριασμό της δικτατορίας του προλεταριάτου, την πραγματική, αυθεντική δημοκρατία.

Συνέχεια

Βιβλίο: Πικ-νικ δίπλα στο δρόμο

22 Αυγ.

Μέχρι το σχόλιο του «δύτη των νιπτήρων» στο ποστ για το βιβλίο διηγημάτων σοβιετικής επιστημονικής φαντασίας «το αόρατο φώς«, αγνοούσα παντελώς την ύπαρξη τόσο του βιβλίου αυτού και της ταινίας «stalker» του Ταρκόφσκι, όσο και των αδερφών Στρουγκάτσκι ως συγγραφέων γενικότερα.

Πρόκειται λοιπόν για ένα βιβλίο, την ανάγνωση του οποίου οφείλω καθαρά στο Γκράνμα. Ιδού η δύναμη του Ίντερνετ κύριοι!

Φοβερό! Καίγομαι να διαβάσω τη συνέχεια…

Βιβλίο: Υφαντόκοσμος

9 Αυγ.

Πώς διακρίνει κανείς τα “καλά” από τα “κακά” βιβλία φαντασίας; Τί είναι ένα “καλό” βιβλίο φαντασίας; Η αλήθεια είναι πως, ειδικά για το δεύτερο, δυσκολεύομαι να απαντήσω.

Εξαιρετικό Ξεκίνημα. Give me more!

Βιβλίο: Η ζούγκλα

8 Αυγ.

Ο Άπτον Σίνκλερ τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα μάλλον «επανήλθε» ως συγγραφέας μέσω της ταινίας «there will be blood!» και της μετάφρασης -λόγω της ταινίας- του μυθιστορήματός του στο οποίο αυτή βασίστηκε, το «Πετρέλαιο!«.

Α ρε a8lie, τί ωραία που γράφεις, άσε με να διαβάσω παραπέρα…

Βιβλίο: Γκας ο γκάνγκστερ

27 Ιολ.

Τελικά ο Αντώνης Σουρούνης εξελίσσεται σε έναν από τους αγαπημένους μου συγγραφείς (έχω διαβάσει επίσης «το μονοπάτι στη θάλασσα», καθώς και «Το μπαστούνι«). Καλά, από σύγχρονους Έλληνες δε το συζητώ. Όσα λέει εδώ ο Δημοσθένης Κούρτοβικ για τον συγγραφέα τα προσυπογράφω:

Ο Αντώνης Σουρούνης σε διεθνή κλίμακα είναι ξαδέλφι του Τζακ Λόντον και του Μπλαιζ Σαντράρ. Και αν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα «προλεταριακή λογοτεχνία», μόνο από τον Σουρούνη εκπροσωπείται – και μάλιστα στη γνήσια ελληνική, σύμφωνα με τις μαρξιστικές προδιαγραφές ολότελα ανορθόδοξη εκδοχή της. Ο Σουρούνης είναι πότε γκάσταρμπαϊτερ και πότε αλήτης, πότε ναυτικός και πότε μπάρμαν ή επαγγελματίας χαρτοπαίκτης σε καζίνο – έκφραση μιας στροβοσκοπικής κοινωνικής ύπαρξης, άστατης, σκληρής και συναρπαστικής…
Τα βιβλία του Αντώνη Σουρούνη είναι η ζωντανή απόδειξη για τα πόσα μπορεί να πετύχει ένας συγγραφέας όταν, εκτός από ταλέντο, έχει πραγματικά κάτι ν’ αφηγηθεί.

Αχ, μη με κόβεις πάνω στο καλύτερο!

Βιβλίο: Το αόρατο φως

24 Ιολ.

Δε ξέρω τί μπορεί να πρόσφερε σε άλλους το μπλόγκ του Αλέκου Χαλβατζή, σε μένα μια φορά πρόσφερε, χάρη σε ένα πόστ του, αυτό το βιβλιαράκι, την ύπαρξη του οποίου αγνοούσα.

Σοβιετικά διηγήματα επιστημονικής φαντασίας λοιπόν.

7, για την ακρίβεια.

«Ο καλλιτέχνης», του Βιαστεσλαβ Ριμπακόφ.

«Η τελευταία ιστορία για την τηλεπάθεια», του Ρομάν Ποντόλνι.

«Γεννημένος για να πετά», του Ντμίτρι Μπιλένκι.

«Ο ανθρωπίσκος», του Ιλιά Βαρσάβσκι.

«Καταφύγιο», του Μπορίς Ρουντένκο.

«Το αόρατο φως», του Αλεξάντερ Μπελιάγεφ.

«Το κορίτσι του χιονιού», του Κυρίλ Μπουλιτσιόφ.

Και εγώ πρέπει να πω ότι ξεχώρησα τα ίδια 2 διηγήματα που αναφέρει και ο Α.Χ. στο πόστ του, όπου τα έχει μάλιστα περιλάβει ολόκληρα.

Το πρώτο, «ο καλλιτέχνης», μάλλον πρέπει να θεωρηθεί και το πιο «στρατευμένο» της συλλογής. Στρατευμένο βαθύτερα όμως, ιδεολογικά.

Γενικότερα αυτό που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των διηγημάτων αυτών είναι μια βαθιά ευαισθησία, ένας «ανθρωπισμός» που βρίσκεται κρυμμένος,

στο «γεννημένος για να πετά» στον ηλεκτρονικό εγκέφαλο ενός παλιού διαστημόπλιου, που προσπαθεί να πετάξει έχοντας κρατήσει επίτηδες, παρακούοντας τις εντολές των δημιουργών του, κάποια καύσιμα στη μπάντα,

στο «ο ανθρωπίσκος» σε ένα νοήμον ρομπότ το σκάει από τον δημιουργό του και προσπαθεί να φτιάξει ένα ρομπότ το ίδιο,

στο «το κορίτσι του χιονιού» στον εξ αρχής καταδικασμένο έρωτα ανάμεσα σε δύο όντα διαφορετικών κόσμων, με ωραίο φινάλε.

Ναι, άφησα 2 διηγήματα απ’ έξω.

Το «καταφύγιο» δε μου άρεσε. Ήταν μια απλή περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας χωρίς κάποιο ιδιαίτερο περιεχόμενο, ένα από τα κλασικά σενάρια που βλέπουμε σε χολιγουντιανές ταινίες. Θύμιζε λίγο «children of men», «the book of eli», «mad max» κτλ…

«Το αόρατο φώς» από την άλλη κάτι πήγαινε να πει, αλλά δε μου άρεσε πώς στη πορεία του διηγήματος ο συγγραφέας εξέλιξε την ιστορία.

Ήταν η πρώτη φορά που διάβαζα ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ επιστημονικής φαντασίας, οπότε δε θα μπω σε διαδικασία να συγκρίνω με έργα δυτικοευρωπαϊκά & αμερικάνικα του είδους. Πολύ μικρό το δείγμα από τη μία μεριά, ανύπαρκτο από την άλλη (λέει βέβαια στο δικό του ποστ ο Α.Χ. κάποια πράγματα).

Κάτι πάντως που πιθανόν είναι χαρακτηριστικό της σοβιετικής επιστημονικής φαντασίας είναι το διάστημα, τα ταξίδια σε αυτό, η επαφή με άλλους πλανήτες και τους κατοίκους τους, καθώς και πρωτότυπες-τραβηγμένες εφαρμογές της τεχνολογίας πάνω σε ανθρώπους…

Αξίζει πάντως σαφέστατα το βιβλιαράκι. 100 σελίδες είναι, στη διάρκεια ενός ταξιδιού μιας καλοκαιρινής εκδρομής το έχετε διαβάσει.

3 Ευρώ στη Σύγχρονη Εποχή, στη βιβλιοθήκη μου για όποιον θέλει να του το δανείσω.

Υ.Γ. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, ξεχώρισα και τα «Γεννημένος για να πετά» και «Το κορίτσι του χιονιού».

Βιβλίο: Ο άρχοντας των μυγών

2 Ιαν.

Βαρεθήκατε τα χαζοχαρούμενα παιδικά & ταινίες της Ντίζνεϋ, τις συναισθηματικές κομμεντί με τον Άγιο Βασίλη, που ετούτες τις μέρες παίζουν 23 ώρες το 24ωρο;

Θέλετε να διαβάσετε/χαρίσετε μια «άλλου τύπου» ιστορία για παιδιά;

Ιδού ο Άρχοντας των Μυγών, του William Golding.

Η φράση «άρχοντας των μυγών», όπως διάβασα μετά την ανάγνωση του βιβλίου σε κάποια σάιτ, στην Αγγλία χρησιμοποιείται ως περιγραφή του σατανά, του Βελζεβούλη, του κακού.

Βέβαια, το σημείο εκκίνησης του βιβλίου δεν προδιαθέτει για τίποτα τέτοιο. 10άδες αγόρια, διαφόρων ηλικιών από 5 εως 13, «ξυπνούν» μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα σε ένα άγνωστο και, όπως αποδεικνύεται, ακατοίκητο νησί. Κανένας ενήλικος δεν έχει επιζήσει. Είναι μόνα τους.

Το πρώτο πράγμα που κάνουν είναι να μαζευτούν όλοι μαζί, να βάλουν κάποιους στοιχειώδεις κανόνες για την επιβίωσή τους και για τους τρόπους με τους οποίους θα προσπαθούν να γίνουν αντιληπτοί από διερχόμενα πλοία, να εκλέξουν αρχηγό.

Όλα είναι ιδανικά. Βρίσκονται σε ένα υπέροχο νησί με άφθονη τροφή, δίχως την επιτήρηση των ενηλίκων, έτοιμοι να παίξουν όσο θέλουν, όπου θέλουν, όπως θέλουν.

Με τον καιρό όμως τα πράγματα αλλάζουν. Όλοι αρχίζουν να νιώθουν έναν περίεργο «φόβο», κάτι κακό που τους απειλεί. Αυτά τα αποδίδουν στο «θεριό», σε κάποια εξωτερική περίεργη μορφή που τους «επιτίθεται» και τους «καταδιώκει». Μερικοί όμως, όσο περνάει ο καιρός, αρχίζουν να υποψιάζονται πως το «θεριό» δεν είναι κάποια εξωτερική απειλή, αλλά κάτι φολιασμένο μέσα τους που μεγαλώνει…

Παράλληλα με αυτό το γεγονός έχουμε και την προσωπική κόντρα δύο αγοριών, των πιο μεγάλων και δυνατών, γύρω από την «αρχηγεία». Αυτά τα δύο άτομα και η κόντρα τους προσωποποιούν και τον πυρήνα των νοημάτων του βιβλίου:

Ο ένας αντιπροσωπεύει τον πολιτισμό και τη λογική, που εν προκειμένω λέει πως η ομάδα πρέπει να είναι οργανωμένη με συγκεκριμένο «καταμερισμό δουλειάς», που θα αποσκοπεί κύρια στο πώς θα κάνουν κάποιο διερχόμενο πλοίο να τους προσέξει και να τους σώσει.

Ο άλλος κατρακυλάει από την πρώτη στιγμή όλο και περισσότερο στο να σκέφτεται και να δρα βάσει των ενστίνκτων, να επικεντρώνει στην «επιβίωση» της ομάδας. Ξεπερνάει γρήγορα τον παιδικό φόβο για το σκότωμα ζώων και από τη στιγμή που το καταφέρνει, αρχίζει να εκστασιάζεται με αυτή την ιδέα: Το αίμα, το κυνήγι, το να καταφέρνει μαζί με τους συντρόφους του να νικά τη φύση, τον κάνουν να αισθάνεται δυνατός, τόσο δυνατός ώστε να αντιμετωπίζει και το «θεριό»…

Πάνω σε αυτή τη έκσταση όμως αρχίζουν (αυτός και όσοι τον ακολουθούνε) να χάνουν κάθε ίχνος πολιτισμού, κάθε ίχνος λογικής. Οπότε η άλλη ομάδα, με πρώτο και κύριο τον «αρχηγό» της, αρχίζει να τους ενοχλεί, να τους ενοχλεί αφόρητα, να τους θυμίζει ένα «ενοχλητικό» παρελθόν που πρέπει να …αφανίσουνε…

Το κυνήγι ξεκινά!

http://www.bibliopolio.gr/%CE%AC%CF%81%CF%87%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BC%CF%85%CE%B3%CF%8E%CE%BD-p-224084.html

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=183395&ct=75&dt=09/09/2007

Βιβλίο: Ρήξη και Ενσωμάτωση

19 Δεκ.

(Συμβολή στην Ιστορία του εργατικού – κομμουνιστικού κινήματος του Μεσοπολέμου (1918 – 1936))

.
.

Όπως είχα πει το καλοκαίρι στον Μπρέζνιεφ και στη Βιργινία (μα που χάθηκε αυτή;), από τους σύγχρονους ΚΚΕδες μαρξιστές επιστήμονες μου αρέσουν περισσότερο τα κείμενα του Αναστάση Γκίκα.

Κυρίως εκτιμώ τον τρόπο προσέγγισης των θεμάτων που επιλέγει. Ο Γκίκας πρώτα απ’ όλα είναι ο τύπος του ερευνητή που θα κάτσει να ανακαλύψει και να ξεψαχνίσει όλη την βιβλιογραφία που μπορεί να βρεί γύρω από το εκάστοτε θέμα του, είτε αυτή είναι ιδεολογικά κοντά στις απόψεις του είτε όχι.

Έπειτα, απ’ όσο μπορώ να κρίνω από τη μεριά μου -και επ’ αυτού ευχαρίστως να δεχθώ και αντιρρήσεις- πλησιάζει τις εχθρικές προς τη θέση του απόψεις ως έχουν και δεν τις «παραμορφώνει» πρώτα κόβοντας τα κατάλληλα αποσπάσματα πριν αντιπαρατεθεί μαζί τους.

Άλλο ενα στοιχείο στα κείμενά του που μου αρέσει είναι η σωστή ισορροπία που -κατά τη γνώμη μου- πετυχαίνει ανάμεσα στην αφήγηση της ιστορίας έτσι όπως αυτή προκύπτει από τα ντοκουμέντα και τις αναφορές στις οποίες ανατρέχει από τη μία και στις προφορικές και βιοματικές εν γένει αφηγήσεις από την άλλη. Το συγκεκριμένο φαίνεται και στο έργο του «Οι Έλληνες στη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» όπως και σε ετούτο το βιβλίο. Συγκεκριμένα, ο Γκίκας πάντα τις θέσεις στις οποίες καταλήγει στο έργο του τις βασίζει μόνο σε πρωτογενή ντοκουμέντα εάν αυτό είναι εφικτό και σε άλλες μελέτες γύρω από το θέμα προς προσέγγιση. Αφού έχει στηρίξει τη θέση του αποκλειστικά σε τέτοια υλικά, έρχεται και προσθέτει πλούσιες βιοματικές αφηγήσεις, που με αρκετό κόπο φαντάζομαι έχει περισυλλέξει.

 

Αλλά ας πάω στο βιβλίο. Πρόκειται για μια μελέτη γύρω από το εργατικό-κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα του μεσοπολέμου (μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά). Σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στη διδακτορική του διατριβή με ίδιο θέμα στο πανεπιστήμιο του York.

Πριν μπεί ωστόσο στο συγκεκριμμένο κάνει μια αναφορά σε ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα: Τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς και ακόμα πιο συγκεκριμένα τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται στην προσέγγιση της ιστορίας του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.

Ξεκινώντας την προσέγγιση του θέματός του αναφέρεται πρώτα στις υλικές προϋποθέσεις του ελληνικού εργατικού κινήματος και στο πώς αυτές επιρρέασαν τον τρόπο που αναπτύχθηκε η ταξική συνείδηση στην ελληνική εργατική τάξη.

Ακολουθεί μια λεπτομερέστατη ανάλυση των τρόπων με τους οποίους προσπάθησε να επιρρεάσει το ελληνικό κράτος και η ελληνική αστική τάξη την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, άλλοτε με το μαστίγιο και άλλοτε με το καρότο.

Αφού ολοκληρώνει αυτά, πάει στο κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα. Εξετάζονται λεπτομερώς ουσιαστικά όλα τα κορυφαία ζητήματα στην ανάπτυξη αυτού από τα τέλη του 19ου αιώνα ως και τη δικτατορία του Μεταξά:

  • Το συσχετισμό των δυνάμεων που συμμετείχαν στην ίδρυση του ΣΕΚΕ και πώς αυτός επιρρέασε τη πολιτική και δράση του τα πρώτα χρόνια.
  • Τις σχέσεις του ΣΕΚΕ με την 2η και 3η διεθνή.
  • Την επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης, της Κομμουνιστικής Διεθνούς και την μπολσεβικοποίηση του κόμματος.
  • Την εσωκομματική διαπάλη που γινόταν καθ’ όλη τη δεκαετία το ’20, τα ζητήματα που αυτή αφορούσε, με ποιόν τρόπο ακριβώς αυτή εξελίχθηκε, πού και πόσο είχε επιρροή η κάθε ομάδα.
  • Τί σχέσεις είχαν οι διάφορες ομάδες που έφευγαν από το ΚΚΕ με το ίδιο το κόμμα, μεταξύ τους αλλά και με την διεθνή αντιπολίτευση του Τρότσκι.
  • Πώς διαμορφώθηκε, από ποιούς υποστηρίχθηκε και από ποιούς όχι, η θέση του ΚΚΕ για το «Μακεδονικό».
  • Ποιά ήταν στη πορεία της ανάπτυξής του η κοινωνική σύνθεση του ΚΚΕ στο μεσοπόλεμο.
  • Ποιές ήταν οι διώξεις απέναντί, του, με τί οργανωτικά και άλλα μέτρα προσπάθησε να απαντήσει σε αυτες.
  • Με ποιούς τρόπους προσπάθησε να απαντήσει το ΚΚΕ στις διώξεις μέσα από το λαϊκό κίνημα.
  • Ποιές και σε ποιούς τομείς ήταν οι λαϊκές οργανώσεις που ανέπτυξε.
  • Πώς γινόταν η συνδικαλιστική του δουλειά.
  • Ποιά ήταν και με ποιούς τρόπους γίνονταν η θεωρητική δουλειά στο ΚΚΕ της εποχής.

 

Όλα αυτά από μόνα τους είναι πάρα πολύ σημαντικά. Αυτό όμως που κάνει κατά τη γνώμη μου το συγκεκριμένο βιβλίο εξαιρετικό είναι πως, αφού ολοκληρώνει την εξέταση όλων των παραπάνω, περνάει στη μελέτη της ανάπτυξης του εργατικού-κομμουνιστικού κινήματος σε δύο συγκεκριμένες περιοχές: Στη Κοκκινιά και στη Καβάλα.

Εδώ μιλάμε πλέον για καταπληκτικές λεπτομέρειες, για παραδείγματα δράσης μέσα στο κίνημα τα οποία είναι επίκαιρα όσο ποτέ:

  • Η περίπτωση της Κοκκινιάς και το πώς το ΚΚΕ του τότε κατάφερε σταδιακά να αυξήσει την επιρροή του σε ένα κοινωνικό σώμα με στενές σχέσεις μεταξύ του, αποκομμένο εν πολλοίς από τους «παλαιοελλαδίτες», σε τεράστιο ποσοστό προλεταριακό ως προς την κοινωνική του σύνθεση κ.ά., προσφέρει, τηρουμένων των αναλογιών βέβαια, εξαιρετικά χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς μπορεί σήμερα κανείς να προσεγγίσει τους μετανάστες που ζουν κι εργάζονται μόνιμα στη χώρα.
  • Η περίπτωση της Καβάλας δε είναι η πιο καθαρή περίπτωση μακρόχρονης ανάπτυξης της ταξικής πάλης και κερδίσματος των εργαζομένων από το ΚΚ για την οποία έχω διαβάσει στην Ελλάδα. Ομολογώ πως η συναρπαστική ιστορία του καπνεργατικού κινήματος στην Καβάλα μου ήταν παντελώς άγνωστη. Εδώ εξετάζεται σε μεγάλο βάθος και η αντιπαράθεση μέσα στο εργατικό κίνημα, που παίρνει κάθε δυνατή μορφή. «Κόκκινα» σωματεία που πετυχαίνουν απίστευτες κατακτήσεις, διασπαστικά συμβιβασμένα σωματεία και ομοσπονδίες που φτιάχονται, διοικήσεις που στέλνονται εξορία, κρατικές παραχωρήσεις μόνο και μόνο για τον εγκλωβισμό του κινήματος, οι τρόποι δράσεις με τους οποίους τα «κόκκινα» σωματεία ξανακερδίζουν την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας και στη συνέχεια κυριολεκτικά σαρώνουν τα συμβιβασμένα σωματεία, παρά το ότι κυρήσσονται παράνομα και «τυπικά» δεν υφίστανται καν, πώς αναγκάζουν το κράτος που τυπικά τα έχει καταργήσει να συνδιαλέγεται και να υπογράφει συμφωνίες μαζί τους, πώς φτάνει το ΚΚΕ να παίρνει 52% στη πόλη της Καβάλας και να εκλέγει δήμαρχο, τί μέτρα παίρνει αυτός και το δημοτικό συμβούλιο προτού το κράτος τους στείλει (εκλεγμένους) στην εξορία…

Απίστευτο, πραγματικά. Και όλα αυτά, για να μην ξεχνιόμαστε, μέσα σε συνθήκες εκδήλωσης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης μετά το 1929, η οποία έχει επίδραση και στο εμπόριο και στη παραγωγή καπνού της εποχής.

Αυτά εν ολίγοις. Περισσότερα στα σχόλια…

Βιβλίο: Η σιδερένια φτέρνα

6 Σεπτ.

Ένα ανάγνωσμα του τελευταίου μηνός που τέλειωσε πριν καλά καλά αρχίσει.

Μου φάνηκε εντυπωσιακό. Όχι λόγω της γραφής του Λόντον. Για παράδειγμα, μου φάνηκε πολύ πιο ζωντανός, ρεαλιστικός κλπ. ο τρόπος που είναι γραμμένο το «οι άνθρωποι της αβύσσου». Επιπλέον, ο τρόπος και το ύφος που βάζει τον κεντρικό ήρωα του μυθιστορήματος, τον κομμουνιστή ηγέτη Έρνεστ Έβερχαρντ, να επιχειρηματολογεί πολιτικά, σήμερα δε μπορεί παρά να φαντάζει υπερβολικά υπεροπτικός.

Λοιπόν, δεν είναι αυτά τα δυνατά του σημεία.

Αυτά είναι τα εξής κατ’ εμέ:

Πρώτα απ’ όλα η ιδέα (δείτε κι εδώ). Είναι εντελώς ασυνήθιστη για πολιτικά στρατευμένη, κομμουνιστική, λογοτεχνία. Και ειδικά ανθρώπους σαν εμένα που τους έλκει η επιστημονική (όπως και η μη επιστημονική) φαντασία, είναι απλά κορυφαία η σύλληψη. Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης δε μπορούσα παρά να σκεφτώ παρόμοια με τον rocean, για το πώς θα ήταν η μεταφορά του βιβλίου σε σειρά ή ταινία.

Δεύτερον. Ο τρόπος που καταφέρνει, χωρίς αποκλίσεις, να συνδιάσει το φανταστικό στοιχείο με το άμεσα πολιτικό, καθώς και μέσω της αλληλεπίδρασης αυτών να αφήνει τον αναγνώστη να κάνει τους παραλληλισμούς με την πραγματικότητα, είναι μοναδικός. Τουλάχιστον εγώ δεν έχω ματαξαναδεί κάτι τέτοιο!

Τρίτον, οι υποσημειώσεις! Κρίμα που είναι μόνο τόσες, αλλά πραγματικά μου φάνηκε πολύ σημαντική λεπτομέρεια. Βάζει δηλαδή σε διάφορες έννοιες που υπάρχουν μέσα στο κείμενο από κάτω υποσημειώσεις, οι οποίες είναι υποτίθεται γραμμένες από εκείνους που βρίσκουν το χειρόγραφο Έβερχαρντ στο σοσιαλιστικό μέλλον (μετά από 700 και έχοντας ήδη 400 χρόνια σοσιαλισμό-κομμουνισμό) και απευθύνονται στους αναγνώστες εκείνης της εποχής, ώστε να καταφέρουν να αντιληφθούν έννοιες του καπιταλισμού των αρχών του 20ου αιώνα…

Τέταρτον, η τροπή που παίρνουν τα γεγονότα, οι κοινωνικές συμμαχίες που δημιουργούνται, οι αυταπάτες που δε ξεπερνιούνται, οι αντιδράσεις των εξαθλιωμένων αλλά και των ευνοημένων της εξουσίας είναι αναλυμένες πολύ σωστά και (δυστυχώς) περιγράφουν (αν πάρουμε την αφετηρία της πλοκής) πολύ καλά και την Ελλάδα του σήμερα λ.χ. . Εμένα μου ερχόταν συχνά πυκνά στο μυαλό και τροπή των γεγονότων στην «18η μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» καθώς διάβαζα το βιβλίο. Και φυσικά ο παραλληλισμός με το σήμερα που δε μπορεί παρά να υπάρχει σε κάθε σελίδα αυτού του βιβλίου.

Πέμπτον, η επιχειρηματολογία του πρωταγωνιστή για την ανάλυση του καπιταλιστικού τρόπου ανάπτυξης. Όπως είπα από την αρχή, δεν ενθουσιάζει (εμένα) το ύφος. Μου φαίνεται πως σήμερα, σε εργαζόμενους που ιδεολογικά δεν έχουν σχέση με τον κομμουνισμό, αυτό το ύφος λειτουργεί απωθητικά. Αλλά το περιεχόμενο της επιχειρηματολίας…

WOW! YEAH! HEY! Ειδικά η ανάλυση στο κεφάλαιο 9 είναι τόσο φρέσκια και επίκαιρη, που θα έκανε τον Υ και τους αριστερούς οικονομολόγους να βάλουν τα συνθήματα και την προτεινόμενη τακτική τους στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και να εκτοξεύσουν αυτό προς κάποιον άλλο γαλαξία, αναγνωρίζντας πόσο απαρχαιωμένη -σε σχέση με του Λόντον- ήταν η προσέγγισή τους της σύγχρονης πραγματικότητας. 😀

Τέλος πρέπει να αναφέρω πως δε κατάλαβα γιατί ο Λόντον επιλέγει να τελειώσει έτσι όπως τελειώνει το βιβλίο. Όχι ως προς τον τρόπο, αλλά ως προς το σημείο της πλοκής. Πάνω στο καλύτερο, μπάπ, είσαι και τέρμα… Αν το είχε γράψει σήμερα θα τον κάνανε χρυσό οι καπιταλιστές των media για να γράψει τη συνέχεια (ποιός Χάρυ Πόττερ;;;) , αλλά τότε ήταν μικροί και άμαθοι μάλλον…

Αυτά. Βαρέθηκα να γράφω και περιμένω τα σχόλιά σας. Τσίου.

Μια βόλτα στο Επιμορφωτικό Κέντρο «Χαρίλαος Φλωράκης»

20 Μάι.

Θυμόμουν από παλιά τη προσπάθεια του ΚΚΕ να ψηφιοποιήσειι το αρχείο του. Τη πρώτη κουβέντα γι αυτή τη προσπάθεια, την είχα ακούσει  τότε που μες τη λάσπη και τα βρωμόνερα ψαρεύαμε κατεστραμένες κόλες Α4 από τις πλημμύρες στο Περισσό. Δε μπορούσα λοιπόν να μείνω αδιάφορος στο άκουσμα της λειτουργίας του Επιμορφωτικού Κέντρου «Χαρίλαος Φλωράκης».

Στο σπίτι του Χαρίλαου λοιπόν , που ο ίδιος δώρισε στο ΚΚΕ λειτουργεί πλέον το ΕΚΧΦ. Πήρα λοιπόν, ένα καλό μου φίλο και το επισκεφτήκαμε από περιέργεια, ουσιαστικά μυρίζοντας τη περιοχή σα περίεργοι σκύλοι και προετοιμάζοντας την επόμενη επίσκεψή μας.  Φτάνοντας λοιπόν έξω από το κτήριο βλέπεις τη τεράστια φωτογραφία του Χαρίλαου και τη πινακίδα στην είσοδο που έχει φιλοτεχνήσει μάλλον κάποιος από τους οπαδούς του Σοβιετικού ρεαλισμού 🙂 . Χτυπήσαμε το κουδούνι και ο υπεύθυνος ήρθε και μας άνοιξε τη πόρτα πολύ ευγενικά ρωτώντας μας τι ακριβώς ζητάμε. Του εξηγήσαμε ότι ήρθαμε απλά και μόνο για να ικανοποιήσουμε τη περιέργεια μας και αυτός μας κάλεσε μέσα και άρχισε να μας ξεναγεί.

Στον επάνω όροφο που φιλοξενείτε το κέντρο, όταν περάσεις τη πόρτα μπαίνεις σε ένα πολύ ζεστό χώρο που δεν έχει απεμπολίσει σε καμία περίπτωση τη μυρωδιά του σπιτιού. Ζεστά ξύλινα πατώματα και παλαιάς κοπής κλασσικά ξύλινα έπιπλα.

Στο δεξί σου χέρι βρίσκεται ένα δωμάτιο που μάλλον ήταν το σαλόνι. Όταν βρεθείς στο κέντρο του δωματίου είσαι περιτριγυρισμένος από μια μεγάλη ξύλινη βιβλιοθήκη και νιώθεις την ιστορία του ΚΚΕ να ξεδιπλώνεται μπροστά σου. Μόνο που δε ξέρεις από που να ξεκινήσεις.  Όπου και να κοιτάξεις μια διαφορετική χρονική περίοδος είναι έτοιμη να αρχίσει να σου αφηγείται κι εσύ περίμενεις έτοιμος και εκστασιασμένος να ακούσεις. Η εθνική αντίσταση, ο αντιδικατορικός αγώνας, η συνδικαλιστική δράση. Κάπου εκεί θα συναντήσεις και τα ιδεολογικά βιβλία, τα πολιτικά και ότι άλλο μπορεί να πλουτίσει μια βιβλιοθήκη.

IMG_0202 Συνέχεια