(Συμβολή στην Ιστορία του εργατικού – κομμουνιστικού κινήματος του Μεσοπολέμου (1918 – 1936))
.
.
Όπως είχα πει το καλοκαίρι στον Μπρέζνιεφ και στη Βιργινία (μα που χάθηκε αυτή;), από τους σύγχρονους ΚΚΕδες μαρξιστές επιστήμονες μου αρέσουν περισσότερο τα κείμενα του Αναστάση Γκίκα.
Κυρίως εκτιμώ τον τρόπο προσέγγισης των θεμάτων που επιλέγει. Ο Γκίκας πρώτα απ’ όλα είναι ο τύπος του ερευνητή που θα κάτσει να ανακαλύψει και να ξεψαχνίσει όλη την βιβλιογραφία που μπορεί να βρεί γύρω από το εκάστοτε θέμα του, είτε αυτή είναι ιδεολογικά κοντά στις απόψεις του είτε όχι.
Έπειτα, απ’ όσο μπορώ να κρίνω από τη μεριά μου -και επ’ αυτού ευχαρίστως να δεχθώ και αντιρρήσεις- πλησιάζει τις εχθρικές προς τη θέση του απόψεις ως έχουν και δεν τις «παραμορφώνει» πρώτα κόβοντας τα κατάλληλα αποσπάσματα πριν αντιπαρατεθεί μαζί τους.
Άλλο ενα στοιχείο στα κείμενά του που μου αρέσει είναι η σωστή ισορροπία που -κατά τη γνώμη μου- πετυχαίνει ανάμεσα στην αφήγηση της ιστορίας έτσι όπως αυτή προκύπτει από τα ντοκουμέντα και τις αναφορές στις οποίες ανατρέχει από τη μία και στις προφορικές και βιοματικές εν γένει αφηγήσεις από την άλλη. Το συγκεκριμένο φαίνεται και στο έργο του «Οι Έλληνες στη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» όπως και σε ετούτο το βιβλίο. Συγκεκριμένα, ο Γκίκας πάντα τις θέσεις στις οποίες καταλήγει στο έργο του τις βασίζει μόνο σε πρωτογενή ντοκουμέντα εάν αυτό είναι εφικτό και σε άλλες μελέτες γύρω από το θέμα προς προσέγγιση. Αφού έχει στηρίξει τη θέση του αποκλειστικά σε τέτοια υλικά, έρχεται και προσθέτει πλούσιες βιοματικές αφηγήσεις, που με αρκετό κόπο φαντάζομαι έχει περισυλλέξει.
Αλλά ας πάω στο βιβλίο. Πρόκειται για μια μελέτη γύρω από το εργατικό-κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα του μεσοπολέμου (μέχρι τη δικτατορία του Μεταξά). Σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στη διδακτορική του διατριβή με ίδιο θέμα στο πανεπιστήμιο του York.
Πριν μπεί ωστόσο στο συγκεκριμμένο κάνει μια αναφορά σε ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα: Τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται από τους ιστορικούς και ακόμα πιο συγκεκριμένα τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται στην προσέγγιση της ιστορίας του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος.
Ξεκινώντας την προσέγγιση του θέματός του αναφέρεται πρώτα στις υλικές προϋποθέσεις του ελληνικού εργατικού κινήματος και στο πώς αυτές επιρρέασαν τον τρόπο που αναπτύχθηκε η ταξική συνείδηση στην ελληνική εργατική τάξη.
Ακολουθεί μια λεπτομερέστατη ανάλυση των τρόπων με τους οποίους προσπάθησε να επιρρεάσει το ελληνικό κράτος και η ελληνική αστική τάξη την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, άλλοτε με το μαστίγιο και άλλοτε με το καρότο.
Αφού ολοκληρώνει αυτά, πάει στο κομμουνιστικό κίνημα στην Ελλάδα. Εξετάζονται λεπτομερώς ουσιαστικά όλα τα κορυφαία ζητήματα στην ανάπτυξη αυτού από τα τέλη του 19ου αιώνα ως και τη δικτατορία του Μεταξά:
- Το συσχετισμό των δυνάμεων που συμμετείχαν στην ίδρυση του ΣΕΚΕ και πώς αυτός επιρρέασε τη πολιτική και δράση του τα πρώτα χρόνια.
- Τις σχέσεις του ΣΕΚΕ με την 2η και 3η διεθνή.
- Την επίδραση της Οκτωβριανής Επανάστασης, της Κομμουνιστικής Διεθνούς και την μπολσεβικοποίηση του κόμματος.
- Την εσωκομματική διαπάλη που γινόταν καθ’ όλη τη δεκαετία το ’20, τα ζητήματα που αυτή αφορούσε, με ποιόν τρόπο ακριβώς αυτή εξελίχθηκε, πού και πόσο είχε επιρροή η κάθε ομάδα.
- Τί σχέσεις είχαν οι διάφορες ομάδες που έφευγαν από το ΚΚΕ με το ίδιο το κόμμα, μεταξύ τους αλλά και με την διεθνή αντιπολίτευση του Τρότσκι.
- Πώς διαμορφώθηκε, από ποιούς υποστηρίχθηκε και από ποιούς όχι, η θέση του ΚΚΕ για το «Μακεδονικό».
- Ποιά ήταν στη πορεία της ανάπτυξής του η κοινωνική σύνθεση του ΚΚΕ στο μεσοπόλεμο.
- Ποιές ήταν οι διώξεις απέναντί, του, με τί οργανωτικά και άλλα μέτρα προσπάθησε να απαντήσει σε αυτες.
- Με ποιούς τρόπους προσπάθησε να απαντήσει το ΚΚΕ στις διώξεις μέσα από το λαϊκό κίνημα.
- Ποιές και σε ποιούς τομείς ήταν οι λαϊκές οργανώσεις που ανέπτυξε.
- Πώς γινόταν η συνδικαλιστική του δουλειά.
- Ποιά ήταν και με ποιούς τρόπους γίνονταν η θεωρητική δουλειά στο ΚΚΕ της εποχής.
Όλα αυτά από μόνα τους είναι πάρα πολύ σημαντικά. Αυτό όμως που κάνει κατά τη γνώμη μου το συγκεκριμένο βιβλίο εξαιρετικό είναι πως, αφού ολοκληρώνει την εξέταση όλων των παραπάνω, περνάει στη μελέτη της ανάπτυξης του εργατικού-κομμουνιστικού κινήματος σε δύο συγκεκριμένες περιοχές: Στη Κοκκινιά και στη Καβάλα.
Εδώ μιλάμε πλέον για καταπληκτικές λεπτομέρειες, για παραδείγματα δράσης μέσα στο κίνημα τα οποία είναι επίκαιρα όσο ποτέ:
- Η περίπτωση της Κοκκινιάς και το πώς το ΚΚΕ του τότε κατάφερε σταδιακά να αυξήσει την επιρροή του σε ένα κοινωνικό σώμα με στενές σχέσεις μεταξύ του, αποκομμένο εν πολλοίς από τους «παλαιοελλαδίτες», σε τεράστιο ποσοστό προλεταριακό ως προς την κοινωνική του σύνθεση κ.ά., προσφέρει, τηρουμένων των αναλογιών βέβαια, εξαιρετικά χρήσιμα συμπεράσματα για το πώς μπορεί σήμερα κανείς να προσεγγίσει τους μετανάστες που ζουν κι εργάζονται μόνιμα στη χώρα.
- Η περίπτωση της Καβάλας δε είναι η πιο καθαρή περίπτωση μακρόχρονης ανάπτυξης της ταξικής πάλης και κερδίσματος των εργαζομένων από το ΚΚ για την οποία έχω διαβάσει στην Ελλάδα. Ομολογώ πως η συναρπαστική ιστορία του καπνεργατικού κινήματος στην Καβάλα μου ήταν παντελώς άγνωστη. Εδώ εξετάζεται σε μεγάλο βάθος και η αντιπαράθεση μέσα στο εργατικό κίνημα, που παίρνει κάθε δυνατή μορφή. «Κόκκινα» σωματεία που πετυχαίνουν απίστευτες κατακτήσεις, διασπαστικά συμβιβασμένα σωματεία και ομοσπονδίες που φτιάχονται, διοικήσεις που στέλνονται εξορία, κρατικές παραχωρήσεις μόνο και μόνο για τον εγκλωβισμό του κινήματος, οι τρόποι δράσεις με τους οποίους τα «κόκκινα» σωματεία ξανακερδίζουν την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας και στη συνέχεια κυριολεκτικά σαρώνουν τα συμβιβασμένα σωματεία, παρά το ότι κυρήσσονται παράνομα και «τυπικά» δεν υφίστανται καν, πώς αναγκάζουν το κράτος που τυπικά τα έχει καταργήσει να συνδιαλέγεται και να υπογράφει συμφωνίες μαζί τους, πώς φτάνει το ΚΚΕ να παίρνει 52% στη πόλη της Καβάλας και να εκλέγει δήμαρχο, τί μέτρα παίρνει αυτός και το δημοτικό συμβούλιο προτού το κράτος τους στείλει (εκλεγμένους) στην εξορία…
Απίστευτο, πραγματικά. Και όλα αυτά, για να μην ξεχνιόμαστε, μέσα σε συνθήκες εκδήλωσης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης μετά το 1929, η οποία έχει επίδραση και στο εμπόριο και στη παραγωγή καπνού της εποχής.
Αυτά εν ολίγοις. Περισσότερα στα σχόλια…
Η διαλεκτική απάντηση -μπορούμε να πούμε- στο βιβλίο του ευτύχη ρήξη ή ενσωμάτωση το 89′.
Περισσότερες λεπτομέρειες έχει ανεβάσει στο διαδίκτυο κι ο ηρόδοτος
http://erodotos.wordpress.com/2010/09/12/riksi-enswmatwsi/
http://erodotos.wordpress.com/2010/11/23/prosfuges-kke-1920/
http://erodotos.wordpress.com/2010/11/25/prosfuges-kke-1930/
Εμένα από τη δεκαετία του 20′ το αγαπημένο μου είναι εκείνη η περίοδος που η κομιντέρν τους έβαλε στη θέση τους με την κατηγορία της φραξιονιστικής πάλης χωρίς αρχές.
Ντάξει, ρε συ, φραξιονίστε αν είναι. Αλλά πού είναι οι αρχές σας;…
τηρουμενων των αναλογιων υπαρχει ενα παρα πολυ καλο ποσοστο του ΚΚΕ στην ΘΑΣΟ!υπηρχαν καπνεργατες παλια απο τη Θασο που δραστηριοπουνταν στην Καβαλλα?εγω το βιβιλιο δεν το εχω παρει ακομα αλλα μαζευω κατι λεφτα κ ειναι στις προτεραιοτητες μου!πες λιγα περισσοτερα αν μπορεις για την περιπτωση της Καβαλλας!
λέει κάπου πως το 29% περίπου των καπνεργατών στη Καβάλλα ήταν από τη Θάσο (το 1928). Λογικό λοιπόν να «εξήγαν» κομμουνισμό και στο νησί:ppp
φοβερή παρουσίαση Άθλιε! συμφωνώ και επαυξάνω με όσα έγραψες. Αυτό που μου κάνει επίσης όμως εντύπωση είναι πόσες αναλογίες υπάρχουν με το σήμερα. Δεν ξέρω κατά πόσο είναι καλό αυτό (το να βρίσκει κανείς κοινές συνισταμένες με μια περίοδο 80-90 χρόνια πριν), αλλά σε αφήνει μαλ*κα..
http://www.erodotos.wordpress.com
Φταίει ότι ειδα το Inception χτες, ή το άρθρο εμφανίζεται κι εξαφανίζεται διαρκώς? 😀
Kαι εμενα μου το κανει χωρις να δω το insception…
Πολύ ενδιαφέρον! Άμα το διαβάσω, είμαι σίγουρος ότι κάτι θα βρω για να σας την μπω 😉
(όχι προς την ποιότητα του βιβλίου που φαίνεται άψογη αλλά ως προς τη σημερινή τακτική)
Καταπληκτικος ο Αναστασης, οχι μονο σαν ιστορικος ερευνητης αλλα και οπως σωστα αναφερεις για το πώς αναλυει τα ευρηματα του.
Καποια στιγμη τον ειχα ρωτησει πώς καταφερε να βρει τα ντοκουμεντα που χρησιμοποιει στο πρωτο βιβλιο του πιστευοντας οτι θα πρεπει να ειχε διαθεσει αρκετα χρονια ερευνας. Η απαντηση του ηταν εντελως αφοπλιστικη αν και με μια δοση υπερβολης ωστε να τονισει, πιστευω, την ηθελημενη απο μεριας επισημης ιστοριογραφιας αποσιωπηση αυτων των ντοκουμεντων: «μα ειναι πανευκολο να βρεθουν, αρκει μια σχολαστικη ερευνα στα αρχεια του Υπουργειου Εξωτερικων…»
Δεν ειναι τυχαιο που τον αποφευγει σαν το διαολο η παρεα που διοικει την ομοσπονδια των Ποντιων οταν κανει καμια εκδηλωση μνημης στον ποντιακο ελληνισμο της ΕΣΣΔ. Με προσχηματα του τυπου: «μα δεν εκπροσωπει καποιο συλλογο, εμεις δεν καλουμε κομματα στις εκδηλωσεις μας»…….