Όταν απαντάς σ’ένα ερώτημα, αυτό πρέπει να έχει διατυπωθεί. Δεδομένου λοιπόν ότι τέτοια δεν έχει διατυπωθεί, ο προβληματισμός για τη μελλοντική εξέλιξη και θέση του πλειοψηφικού πόλου τη αριστεράς (μέσα ή έξω από εισαγωγικά, επιλογή του αναγνώστη) και μεγάλου νικήτη των τελευταίων δύο εκλογικών αναμετρήσεων, οι παρακάτω γραμμές, αποτελούν περισσότερο εξωτερίκευση σκέψεων μα και απορίες – συμπεράσματα που γεννήθηκαν από τη χτεσινή μου κουβέντα με πρώην κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος.
Ας πάρουμε το λογικό δρόμο λίγο ανάποδα. Ας ξεκινήσουμε από το συμπέρασμα και ας δούμε ύστερα το αν ισχύει η όχι, ακολυθώντας τη μαθηματική συλλογιστική της «δια της ατόπου απαγωγής». Ας δεχτούμε λοιπόν, ότι από τον σύριζα έχουμε αρκετά πράγματα να περιμένουμε. Έστω ακόμα ότι θα ήμασταν ικανοποιημένοι, ύστερα από αυτή την άνευ προηγουμένου επίθεση στις εργατικές κατακτήσεις, με κάποιες μικρές, σοσιαλδημοκρατικού τύπου, παραχωρήσεις του κεφαλαίου, απέναντι στην εργασία. Έστω δηλαδή ότι ο γράφων δεν έχει κατηχηθεί από μικρός στη μαρξιστική σκέψη και έγραψε πάντα με το δεξί και ποτέ με το ζερβό.
Εδώ λοιπόν, ακριβώς σ’ αυτό το σημείο, θα πρέπει να απορρίψουμε απευθείας αυτή τη περίπτωση. Την περίπτωση μιας σοσιαλδημοκρατικής διεξόδου από τη κρίση ή ακόμα και την προσπάθεια της ελληνικής αστικής τάξης να παραμείνει στην εξουσία σε μια (όχι και τόσο) υποθετική περίπτωση πολιτικής αστάθειας, αμβλύνοντας τη συνείδηση των εργαζομενων στρωμάτων με παραχωρήσεις ή και εξαγορά. Η κρίση του καπιταλισμού που βιώνουμε, είναι τόσο συστημική και βαθιά που απλά η πρώτη επιλογή δεν υφίσταται για κανένα. Η μισθωτή εργασία είναι ο κανόνας και τα μικροαστικά στρώματα, έχουν σχεδόν εξαλειφθεί. Η αστική τάξη και δη η ελληνική αστική τάξη, δεν δύναται να κάνει παραχωρήσεις. Τελεία και πάυλα. Ο μόνος τρόπος για να διατηρήσει την κερδοφορία της είναι η μείωση του μεταβλητού κόστους. Η συμπίεση των μισθών, των συντάξεων και του κοινωνικού κράτους.
Αφού ξεμπλέξαμε με την πρώτη περίπτωση ας δούμε λοιπόν και τη δεύτερη. Την περίπτωση γενικευμένης πολιτικής αστάθειας. Η πραγματικότητα είναι ότι μέρος αυτής το βιωνουμε ήδη. Υπό αυτό το πλαίσιο, το «πολιτικο συστημα» που ξέραμε ως τώρα έχει καταρρεύσει και ο σύριζα βρίσκεται με τα τσαρούχια στη δεύτερη θέση. Ένα κόμμα που δεν αριθμεί πάνω από 3-4, άντε ας πούμε 5 χιλιάδες μέλη (τουλάχιστον προεκλογικα), να απόσπα πάνω από ενάμιση εκατομμύριο ψήφους. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι αυτή η κατάσταση οξύνεται και απειλείται έστω σ’ενα βαθμό η εξουσία των αστών. Όπως είπα όμως αυτό εν μέρει συμβαίνει ή συνέβη ήδη. Ποια είναι τα δείγματα γραφής; Όταν σε μια τόσο σημαντική εκλογική αναμέτρηση, όπως αυτή του Ιουνίου, κερδίζει το κατεξοχήν αστικό κόμμα και οι έλληνες αστοί, δε συζητούν καν να αναδιαπραγματευτούν την εφαρμογή (!) του μνημονίου αλλά και οι ευρωπαίοι δε δείχνουν καμία απολύτως συμπάθεια και διάθεση εξυπηρέτησης – επένδυσης στο άλογο που αυτοί πόνταραν, τότε δε θέλει πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς τα περιθώρια. Τα λεφτά είναι πολλά Άρη και οι μητροπόλεις δεν έχουν ενδοιασμούς να θυισιάσουν χώρες σα την Ελλάδα. Οχι στο «κομμουνιστικό κίνδυνο» (που δεν περνάει από το μυαλό τους ως εκδοχή) αλλά στο «χάος και στην αστάθεια» και το τριτοκοσμικό μοντέλο της άσκησης εξουσίας από πλήρως διεφθαρμένες κυβερνήσεις-καθεστώτα με αποικιοκρατικούς όρους.
Αφού απορρίψαμε τη προοπτική ο σύριζα να καταφέρει μερικές σοασιαλδημοκρατικές κατακτήσεις πρός όφελος της εργασίας, ας αναρρωτηθούμε εαν ο σύριζα είναι αυτό το μόρφωμα που θα μπορέσει να πετύχει ριζοσπαστικές αλλαγές στην κατεύθυνση της αλλαγής πολιτικής εξουσίας. Μερικοί απ’όσους διαβάζουν αυτό το κείμενο, θα θεωρούν το ερώτημα αφελές και την απάντηση προφανή. «Φυσικά και ο σύριζα δεν είναι το κόμμα που θα μπορούσε να δοκιμάσει τον εαυτό του και το λαό, σε μια βαθιά ταξική αναμέτρηση.» Αν και καταναόω την θέση αυτή και εν μέρη συμφωνώ, δεν καταννοώ τη βιασύνη. Τη βιασύνη στο να απορρίψεις ένα κόμμα το οποίο κινείται σ’ ένα χώρο προοδευτικό και ριζοσπαστικό (βάση των δεδομένων του ευρωπαικού πολιτικού γίγνεσθαι). Η προσωπική μου βιαστική σκέψη, είναι ότι ο σύριζα υπό κάποιες συνθήκες (θα δικαιολογήσω ύστερα ότι αυτή η ευκαιρία χάθηκε) δεν θα ήταν μεν το πολιτικό κόμμα που θα έφερνε τις ανατροπές που επιθυμούμε αλλά θα μπορούσε να είναι εκείνο, που θα άνοιγε το δρόμο σε αυτη την προοπτική. Και σε αυτή τη σκέψη μου, συνεπικουρεί και το άρθρο του Φρατζή στον ιστότοπο του unfollow, για την ψήφιση τη πρότασης του ΠΑΜΕ και από την αυτόνομη παρέμβαση στην αδεδύ.
Στην συζήτηση που ανέφερα ξεκινωντας τη σκέψη μου, με μέλος των προηγούμενων κυβερνήσεων, κατέληξα ότι οι ελπίδες μου είναι φρούδες. Ξεκινώντας λοιπόν το διάλογο, περίμενα να αντιμετωπίσω, μια δυσπιστία και μια ανησυχία για τη προοπτική διακυβέρνησης από το σύριζα, που δεν εμφανίστηκε όμως στιγμή. Αντίθετα. Με μια σειρά επιχειρρημάτων, ο συνομιλητής μου, απέκρουσε κάθε περίπτωση, ο σύριζα να διακινδυνεύσει το οτιδήποτε σε περίπτωση που πάρει την εξουσία. Η μόνη ελπίδα (από την οπτική του «τίμιου αστού») ήταν ότι «θα φοβήσει ίσως αρκετά αυτούς που τόσα χρόνια δε πληρώνουν ευρώ σε φόρους, ώστε να πληρώσουν έστω κάποιους και σίγουρα όχι αυτούς που τους αναλογούν και θα έπρεπε».
«Πόσους βουλευτές έχει ο σύριζα;», με ρώτησε.»71. Αυτοί οι 60 κάτι, αν αφαιρέσεις όσους ήταν ήδη, τετραπλασίασαν τα εισοδήματα τους σε ένα βράδυ.Αυτό από μόνο του είναι ένας ισχυρότατος παράγοντας συντηρητικοποίησης». «Ναι αλλά δεν είναι μόνο οι βουλευτές ένα κόμμα» αντάπαντησα. «Μη βιάζεσαι. Ξεχνάς ότι πρόκειται για ένα κόμμα με ελάχιστα μέλη. Κάθε βουλευτής δικαιούται εφτά υπαλλήλους. Κάνε τα μαθηματικά, είσαι καλός σ’αυτά: 497 υπάλληλοι. Σωστά;» «Σωστά» ανταπάντησα. «Πόσους δημάρχους έχει σήμερα; 5! Ένα κόμμα του 27%, το δεύτερο κόμμα έχει 5 δημάρχους. Σύνολο όλοι οι δήμοι είναι 500 και κάτι. Δε θα κεδίσει 150 στις επόμενες δημοτικές; Πόσοι δήμαρχοι και πόσο αντιδήμαρχοι είναι αυτοί; Και πόσοι πρόεδροι επιτροπών; Αυτό που προσπαθώ να σου πω, είναι όι σε ένα κόμμα με ελάχιστη βάση, γρήγορα, γρήγορα έχεις ένα στρατό έμμισθων υπαλλήλων, που εξαρτούν τη θέση τους από το υπάρχον πολτικό σύστημα. Ναι ή όχι;» «Δεν είναι όλοι ΠΑΣΟΚ!» του είπα. «Δεν είπα αυτό. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα σύστημα εξουσίας 30 χρόνων, πολύ χειρότερο από αυτό που σου περιγράφω. Δεν είναι εκεί το θέμα μας όμως. Αυτό που συζητάμε είναι ποια θα είναι η μετεξέλιξη του σύριζα. Και τέτοια θα υπάρξει μην αμφιβάλλεις δευτερόλεπτο. Έχει ξεκινήσει προεκλογικά. Και είναι αντικειμενικό ότι θα υπάρξει. Εμείς συζητάμε την κατεύθυνση της. Πες μου τώρα ότι έχεις εμπιστοσύνη στις σκληρές δομές του σύριζα, που δε θα του επέτρεπαν αυτή τη θεσμοποίηση.» είπε ειρωνικά. «Καμία απολύτως. Υπάρχουν όμως, στελέχη με συνεπή ριζοσπαστική στάση, γιατί τους ξεγράφεις τόσο εύκολα;»του απάντησα. «Δε τους ξεγράφω εγώ, οι σύντροφοί τους θα τους ξεγράψουν ή οι ίδιοι θα ξεγράψουν το παρελθόν τους. Άμα τους γνωρίσεις από κοντά θα καταλάβεις ότι είναι πιο διαλλακτικοί απ’όσο νομίζεις» είπε, αντιμετωπίζοντας τις γκριματσες δυσπιστίας μου. «Όταν θα’ναι η σειρά του Τσίπρα, θα είναι είτε αφού έχουν κάψει τελείως τον Σαμαρά, έχοντας πετύχει όλους τους στόχους, είτε μετά από μια νέα 8μηνη διακυβέρνηση από κυβέρνηση εθνικής ενότητας κατά το προηγούμενο πρότυπο, πάλι αφού έχουν επιτευχθεί οι στόχοι. Και τότε τι θα πει ο Τσίπρας; Στράφη όλες οι θυσίες; Όχι. Σιγά σιγά να διατηρήσουμε αυτά που έχουμε κρατήσει (αφού για ότι χάσαμε, φταίνε τα μνημόνια). Μια ήπια αριστερή σοσιαλδημοκρατία δηλαδή. Άλλωστε τότε, η τραπεζική ένωση θα είναι γεγονός και θα μπορούν να μας πετάξουν έξω από ευρώ χωρίς κανένα κόστος.»
Ποια αξία έχει η ανάλυση ενός τέτοιου στελέχους, γιατί δεν φοβάται το σύριζα; Αν και εφόσον δεχτούμε την ειλικρίνεια σε μια τέτοια κουβέντα, ως δεδομένο, από μικρή έως καθόλου για μερικούς, πολύ για κάποιους άλλους. Εξαρτάται μάλλον από το πόσο συμφωνείς με τα επιχειρρήματα που βάζει ή όχι. Η προσωπική μου άποψη ειναι ότι δυστυχώς σε μεγάλο βαθμό, έχει δίκιο. Εύστοχα επισημαίνει τις δομές του σύριζα, που είναι ακόμα χαλαρότερες από αυτές που είχε το ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του 80 και μετεξελίχτηκε επίσης γρήγορα. Έγραψα νωρίτερα, ότι πίστευα ότι ο σύριζα, θα μπορούσε να είναι εκείνο το κόμμα που θα άνοιγε το βαθύ ρήγμα, το οποίο ένα ταξικό κίνημα με μια οργανωμένη πρωτοπορία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί για να πετύχει την κατάκτηση της πολιτικης εξουσίας από τους εργάζόμενους. Θα συνεπικουρούσε δηλαδή στην όξυνση της καπιταλιστικής κρίσης, όπως κάνει άλλωστε εν γένει η ταξική πάλη, της οποίας κατακτήσεις θα ήταν οι όποιες παραχωρήσεις κερδίζονταν. Πλέον όμως κι ενω το νερό της πολιτικής κυλά στο αυλάκι της σταθεροποίησης ενός πολιτικού συστήματος που θα κληθεί να διαχειριστεί τις επόμενες τρομακτικά δύσκολες μέρες, οι αγωνιστές του σύριζα, θα νιώσουν ξαφνικά πολύ μόνοι. Θα δουν τους συντρόφους τους, νεολαίους που επέλεξαν τον συν και με μικροαστικά κριτήρια (τέτοιοι υπάρχουν παντού, δεν αποτελεί κατηγορία αυτό) να γοητεύονται από το μέλι της εξουσίας και να ζητούν διορισμό σε σχολείο κοντά στο μετρό (αυτό το περιστατικό είναι πραγματικό και είναι επί εποχής 4.5%) ή διορισμό σκέτο. Οι ίδιοι οι συνεπείς αγωνιστές θα αρνηθούν να παραδώσουν το κόμμα ρομαντικά (όπως κάνουν ήδη), όπως δε βλέπουν τώρα ότι ο Παπαδημούλης και ο Δραγασάκης είναι πολύ πιο διαλακτικοί από το Παπανδρέου στις εκλογές του 2009, συνεπαρμένοι από την ηδονή της εκλογικής επιτυχίας.
Για να επιστρέψουμε λοιπον στο αρχικό ερώτημα. Θα μπορούσε ένα κόμμα που δέχεται αυτές τις επιθέσεις, είτε «φιλίας», είτε εκβιασμού ακόμα σε άλλες περιπτώσεις που δεν συζητήσαμε, ένα κόμμα που θα έχει περάσει μια περίοδο «αντιπολιτευτικής νομιμότητας» (έστω κι αν τους τάραξε), σε οξυμένες συνθήκες να αντέξει και να δώσει προοπτικη σε ένα λαό που αγωνίζεται; Νομίζω ότι η απάντηση είναι προφανής. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο άτοπο. Στο άτοπο του να ελπίζει κανείς ότι πλέον ο σύριζα έχει κάτι θετικό να προσφέρει στην υπόθεση της εργατικής τάξης.
Με αυτό στο μυαλό και τις εξελίξεις να τρέχουν, το τρένο δεν μπορεί να περιμένει. Η τακτική, δεν μπορεί να διαμορφωθεί στη βάση «μα και ο σύριζα έχει συνεπείς αγωνιστές/κανένας δεν είναι περιττός». Αν και διαφωνούσα κάθετα με τη στάση του ΚΚΕ προεκλογικά, τώρα τη θεωρώ επιβεβλημένη. Όχι το ύφος της κριτικής, ούτε το τρόπο της, που ξεπερνούν τα όρια του τραγικού και γυρνοβολάνε στο αστείο, αλλά της απολύτως καμίας συννεόησης σε κεντρικό κομματικό επίπεδο με το κόμμα του Δραγασάκη και του Παπαδημούλη. Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, πρέπει να απαιτούμε, αν θέλουν να χρησιμοποιούν τον όρο αριστερά, να ξεφορτωθούν τα εκσυχρονιστικά βαρίδια. Οτιδήποτε άλλο είναι κυβερνητισμός και συμβιβασμοί συνδιαλλαγής. Από την άλλη όμως, συνδικαλιστικά, στο εργατικό κίνημα, στο φοιτητικό κίνημα επιβάλλεται μια κοινή πορεία, μια κοινή γραμμή. Να προταθεί όμως αυτή, ακριβώς με αυτό το τρόπο που θα αναδείξει και θα επιβάλλει μια όξυνση των αντιθέσεων μέσα στον ίδιο τον σύριζα. Για την ακρίβεια, θα αναδείξει την κομμουνιστική προοπτική ως εναλλακτική, ως πολιτική πρόταση ορθά κοφτά διατυπωμένη. Αλλιώς κινδυνεύουμε σε επανάληψη της πρόσφατης ιστορίας ή σε δημοκρατική εκτροπή.Ακόμα μεγαλύτερη δημοκρατική εκτροπή.
τα σχολια σασ